σουμπέρωση

σουμπέρωση
η, Ν
ιατρ. πνευμονοκοκκίαση η οποία προκαλείται από την εισπνοή σκόνης φελλού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. suberose (< λατ. suber «φελλός») + κατάλ. -ose τής χημ. ορολογίας].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”